παραμύθι

παραμύθι
Λαϊκή διήγηση στην οποία προέχει το θαυμαστό και το φανταστικό και που έχει για πρωταγωνιστές όντα υπεράνθρωπα, νεράιδες, στρίγκλες, μάγους, δράκους, γίγαντες και, οπωσδήποτε, πρόσωπα ικανά, μέσω μαγικών αντικειμένων ή προσωπικής δύναμης, για υπεράνθρωπα κατορθώματα. Τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του είναι, μια κατά κανόνα ευθύγραμμη και απλή αφηγηματική ανάπτυξη και έλλειψη οποιασδήποτε αλληγορικής σημασίας, ακόμα και όταν οι ήρωές του είναι ζώα, ή, σπάνια, άψυχα όντα – και σε αυτό κυρίως διαφοροποιείται, ως προς το περιεχόμενο, από τον μύθο (ζώων), με τον οποίο έχει κοινή τη δημοτικότητά του. Ο όρος π., που αντιστοιχεί στους πλατιά διαδεδομένους στη σύγχρονη παραμυθολογία όρους Folk-tale (αγγλικό) και Volks-märchen (γερμανικό), χρησιμοποιείται όχι μόνο για τα καθαυτό μαγικά π., αλλά και για τις διηγήσεις, όπου δρουν άνθρωποι με το απλό και φυσικό μέτρο των δυνατοτήτων τους (Novelle), για θρησκευτικές (Religions Tales) ή αστείες διηγήσεις (Jokes and Anecdotes). Παρ’ όλ’ αυτά, η επιστημονική μεθοδολογία επιβάλλει να χρησιμοποιούνται, δίπλα στους όρους παραμύθι και μύθος ζώων, οι όροι νουβέλα, θρησκευτική διήγηση και ευτράπελη διήγηση, ως αντίστοιχοι των ξενικών όρων που αναφέρθηκαν, οι οποίοι –μαζί με άλλους, περισσότερο εξειδικευμένους– έχουν υιοθετηθεί στον διεθνή κατάλογο των λαϊκών διηγήσεων, ο οποίος έχει συνταχθεί από τον Φιλανδό λαογράφο και φιλόλογο Άντι Άαρνε και συμπληρωθεί από τον νεότερο Αμερικανό αυνάδελφό του Στιθ Τόμπσον (Τύποι παραμυθιών. Ταξινόμηση και βιβλιογραφία, Ελσίνκι 1964). Οπωσδήποτε όμως η ανάγκη να συμπεριληφθούν κάτω από έναν γενικό κύκλο (Folk-tale κλπ.) τα διάφορα προαναφερθέντα είδη της λαϊκής φιλολογίας είναι ακόμα πιο δικαιολογημένη, εφόσον –εκτός από διάφορα σημεία επαφής (δημοτικότητα, στοματική παράδοση κλπ.)– πολλά από τα είδη αυτά έχουν κοινό το πιο μεγάλο πρόβλημα που γεννιέται για το π., και για το οποίο πάνω από έναν αιώνα προβληματίζονται διάσημοι μελετητές, το πρόβλημα της καταγωγής τους. Μέρη αυτού του προβλήματος είναι, για παράδειγμα, το θέμα της ταυτότητας των διαφόρων παραμυθικών μοτίβων (επιμέρους στοιχείων) ή θεμάτων, ακόμα και σε π. συγκεντρωμένα σε διαφορετικές εποχές και σε λαούς πολύ απομακρυσμένους μεταξύ τους, το θέμα του χαρακτήρα, της έννοιας των παραμυθιών κλπ. Διάφορες θεωρίες διατυπώθηκαν σχετικά. Πρώτη χρονικά μπορεί να θεωρηθεί εκείνη που εξέθεσαν οι αδελφοί Γκριμ στον 2ο τόμο της διάσημης συλλογής τους με λαϊκά π. συναγμένα από το στόμα του λαού, με τον τίτλο Kinder und Haus - märchen (1815). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, που θα μπορούσε να ονομαστεί μυθολογική θεωρία, τα π. είναι κατάλοιπα αρχαίων μύθων, άρα όχι μόνο έργο της φαντασίας, αλλά και αποδεικτικό στοιχείο υψηλής ιστορικής αξίας. Την άποψή τους αυτή επανέλαβαν με μεγαλύτερη έμφαση στον τόμο των παρατηρήσεων που εξέδωσαν για τα παραμύθια τους (1856). Αν και στην αρχή έγινε πολύ ευνοϊκά αποδεκτή και υποστηρίχθηκε και από άλλους μελετητές –Μαξ Μίλερ, Τζορτζ Κοξ, Άντζελο Ντε Γκουμπερνάτις κλπ.– η μυθολογική θεωρία ξεπεράστηκε γρήγορα, ή, τουλάχιστον, αντικρούστηκε από άλλες. Μερικά χρόνια αργότερα εμφανίστηκε η λεγόμενη ινδική θεωρία, διατυπωμένη από τον Γερμανό ανατολιστή Τέοντορ Μπένφαϊ, στη μακροσκελή εισαγωγή της γερμανικής μετάφρασης (1859) της Παντσατάντρα, της πιο παλιάς ινδικής συλλογής π. Κατά τον Μπένφαϊ, όλα τα π. είχαν την πρώτη κοινή τους καταγωγή στην Ινδία, απ’ όπου διαδόθηκαν κατόπιν προς τη βόρεια Ασία και προς τη Δύση, είτε μέσω της προφορικής παράδοσης είτε μέσω μιας μακράς σειράς διαδοχικών μεταφράσεων στα περσικά, αραβικά, εβραϊκά, λατινικά κλπ. Στη θεωρία αυτή αντιτάχθηκε η λεγόμενη πολυγενετική ή ανθρωπολογική θεωρία, που διατύπωσαν οι Άγγλοι ανθρωπολόγοι Έντουαρντ Τάιλορ και Άντριου Λανγκ: η καταγωγή των π. έπρεπε να αναζητηθεί στην ψυχική διανοητικότητα του πρωτόγονου ανθρώπου, ο οποίος, όπως το μικρό παιδί, βλέπει τη φύση, τον ήλιο, τα άστρα, τους ανέμους σαν όντα με ψυχή. Πάνω σε αυτές τις αντιλήψεις βασίζονται οι μύθοι του, αποσπάσματα των οποίων, αποσχίδες, αποτελούν τα π. Η ανθρωπολογική θεωρία, εξάλλου, δεχόμενη ως όμοια την ψυχικότητα και τη διανοητικότητα όλων των πρωτόγονων ανθρώπων, εξηγούσε την προέλευση των μύθων και των π. πολυγενετικά, με άλλα λόγια θεωρούσε δυνατή την παράλληλη δημιουργία όμοιων βασικών διηγήσεων σε διάφορα σημεία της Γης. Μια άλλη θεωρία, φροϋδικής έμπνευσης –αποκαλούμενη και ψυχαναλυτική– υποστηρίζει την καταγωγή του π. από το όνειρο. Άλλες θεωρίες συνδάζονται επίσης με τη διανοητικότητα και τον κόσμο των πρωτόγονων, υποδεικνύοντας στα διάφορα θέματα των π. τα τελευταία ίχνη των αρχαίων τοτεμικών μύθων (Bαν Γκένεπ) ή στοιχείων σχετικών με την πίστη στην επιστροφή των νεκρών στη Γη (Χανς Νάουμαν) ή των εορταστικών μύθων των εποχών του έτους ή της μύησης (Σέντλιβ), κλπ. Τα αδύνατα σημεία των θεωριών αυτών (από τις οποίες όμως σχεδόν καμιά δεν μπορεί να θεωρηθεί οριστικά ξεπερασμένη) είναι η υπερβολική γενίκευση, η αξίωση να δώσουν μοναδική λύση του προβλήματος της καταγωγής των π., ενώ θα έπρεπε ίσως να αναζητηθούν λύσεις διαφορετικές για κάθε π. ή ομάδα π. Στο ενεργητικό της λεγόμενης φιλανδικής σχολής ανήκει η προετοιμασία των οργάνων εργασίας που είναι απαραίτητα γι’ αυτόν τον σκοπό. Ιδρυμένη κατά το τέλος του 19ου αιώνα, από τον Γιούλιους Kρον –που είχε επεξεργαστεί τη μέθοδο στις θεμελιώδεις εργασίες του πάνω στο Kalevala, το μεγάλο εθνικό φιλανδικό ποίημα– και διευρυμένη από τον γιο του Κάαρλε και τον Άντι Άαρνε, η θεωρία αυτή επεξεργάστηκε μια δική της μέθοδο, βασισμένη ουσιαστικά στα ακόλουθα κριτήρια: αναζήτηση όλων των παραλλαγών του καθενός π., συγκεντρωμένων από όλες τις χώρες· ταξινόμηση αυτών των παραλλαγών σύμφωνα με κριτήρια ιστορικογεωγραφικά· σύγκριση μεταξύ τους και, τελικά, ανακατασκευή του αρχέτυπου π. Παρά τις κριτικές αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν κατά της φιλανδικής σχολής, της αναγνωρίστηκε σχεδόν ομόφωνα η μεγάλη αρετή, ότι έχει επιβεβαιώσει την ανάγκη μιας συγκριτικής μελέτης των λαϊκών διηγήσεων και, κυρίως, ότι έχει προετοιμάσει τα όργανα για μια τέτοια μελέτη. Yπό την έννοια αυτή, υπήρξε πολύτιμη η συμβολή των Στιθ Τόμπσον, Γιοχάνες Μπόλτε, Γκέοργκ Πολίβκα, Βάλτερ Άντερσον, Ράινταρ Τ. Kρίστιανσεν κ.ά. Η παραδοχή των π., ως αναγνωρισμένου είδους της λαϊκής λογοτεχνίας και, συνακόλουθα, η διατύπωση των σχετικών φιλολογικών προβλημάτων, είναι πρόσφατη χρονικά. Τα π. των αδελφών Γκριμ υπήρξαν η μεγάλη αποκάλυψη. Στην έντεχνη φιλολογία, ήδη από αιώνες, το π. είχε βρει θέση, είτε ως συστατικό στοιχείο ενός ευρύτερου συνόλου υλικού και θεμάτων και συνδεδεμένο με αυτό ως φανταστικό και υποβλητικό τμήμα (τα π. του Ερωτευμένου Ορλάνδου, του Μαινόμενου Ορλάνδου κλπ.) είτε διατηρώντας ανέπαφη την αυτονομία του και τα χαρακτηριστικά της φανταστικής παραστατικότητάς του, ως μια ολοκληρωτικά παραμυθιακή διήγηση. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις έχανε, μαζί με τον λαϊκό του χαρακτήρα, και τη ζωηρότητα και την αρχική του αγνότητα, καθώς οι συγγραφείς που το χρησιμοποιούσαν προσπάθησαν να το επεξεργαστούν φιλολογικά, για τους ιδιαίτερους καλλιτεχνικούς του λόγους ο καθένας. Τα πρώτα και πιο πολλά παραδείγματα συλλογών π., φιλολογικά επεξεργασμένων έρχονται από την Ανατολή, π.χ. οι Χίλιες και μία Νύχτες, των οποίων το αρχικό κεντρικό θέμα χρονολογείται από πολύ παλιά χρόνια. Στη Δύση αντίθετα, το π. ήταν ενδεχομένως ανύπαρκτο, ως αυτόνομο είδος, στους Έλληνες όπως και στους Ρωμαίους. Ακόμα και κατά τον Μεσαίωνα, το π. υπήρξε μόνο, πιθανώς, αντικείμενο προφορικής μεταβίβασης, ωσότου, στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας – και σε ολοένα και μεγαλύτερη έκταση κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, άρχισε να προσελκύει την προσοχή των λογίων συγγραφέων, που από αυτή την παραδοσιακή κληρονομιά αντλούσαν πλήθος θέματα και ιδέες. Λαϊκής καταγωγής είναι για παράδειγμα μερικές από τις πιο γνωστές νουβέλες του Δεκαήμερου, άλλες του Φράνκο Σακέτι, πάρα πολλές του Στραπαρόλα κλπ. Με την έναρξη του 16ου αι. το π. απέκτησε πλέον τη μεγαλύτερη έντεχνη ανάπτυξή του στην ευρωπαϊκή φιλολογία μέσω των δραματικών παραμυθιών του Σαίξπηρ (Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας, Η τρικυμία) και αργότερα του Κάρλο Κότζι, του Γιόχαν Λούντβιχ Τίικ, του Φρίντριχ Φουκέ, του Άουγκουστ φον Πλάτεν, του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν κ.ά., ενώ στη φυσική αφηγηματική τους μορφή παρουσιάζονται από τους Ναπολιτάνους Τζαμπατίστα Μπαζίλε (Το παραμύθι των παραμυθιών ή Πενταήμερο) και Πομπέο Σαρνέλι (Posilecheata), από τους Γάλλους Σαρλ Περό (Τα παραμύθια της μαμάς Χήνας) και Μαντάμ ντ’ Oνουά (Οι διάσημες νεράιδες). Σε όλες τις περιπτώσεις όμως τα π. έγιναν έντεχνα και επιτηδευμένα έργα, ενώ ο λαός, που τα είχε δημιουργήσει και διατηρήσει μέσα στους αιώνες, δεν φαινόταν πια καθόλου. Ο ρoματισμός πρώτος αναγνώρισε το βασικό σφάλμα αυτών των καλλιτεχνικών επεξεργασιών και υπογράμμισε τη σημασία του λαϊκού αφηγητή, ο οποίος, στο π. που διηγείται, εντυπώνει τα ίχνη της προσωπικότητάς του. Έτσι η ρομαντική κίνηση προώθησε τις συστηματικές συλλογές π. σύμφωνα με ακριβή κριτήρια πιστότητας στο αρχικό κείμενο. Η αρχή έγινε, με τους αδελφούς Γκριμ (1812, 1815). Κι από τότε, σε όλο τον κόσμο, άρχισαν να συλλέγονται τα αφηγηματικά υλικά από τα οποία, ακόμα σήμερα, η επιστήμη ζητά να βρει τα στοιχεία για τη λύση του θεμελιώδους προβλήματος της καταγωγής των παραμυθιών. Το π. και η αγωγή. Kατά καιρούς έχουν ακουστεί διάφορες διαμαρτυρίες για τα ωφέλη του π. «Γιατί να λέμε π. στα παιδιά; Πρέπει να τα ετοιμάσουμε για τη ζωή, πρέπει να τους δείχνουμε την πραγματικότητα». Εκείνοι που ισχυρίστηκαν αυτά παρεξήγησαν το νόημα του π. Η νέα παιδαγωγική επιδιώκει με το π. να ετοιμάσει τα παιδιά για τη ζωή. Για το σκοπό αυτό μεταχειρίζεται τη γλώσσα του παιδιού, ακολουθεί τον δρόμο της ψυχής του. Βέβαια, πραγματικότητα δεν είναι οι γίγαντες, τα ζώα που μιλούν, τα απίθανα κατορθώματα των ηρώων του παραμυθιού. Η πραγματικότητα όμως είναι κρυμμένη κάτω ακριβώς απ’ τα φανταστικά αυτά όντα. Όλα τα προτερήματα και τα ελαττώματα του ανθρώπου παρουσιάζονται στο παιδί μέσα στον κόσμο του π. Κάποτε π. άκουγαν και οι ενήλικες (παραμυθάδες ή μυθολόγοι της αρχαίας Ελλάδας, αρετολόγοι των ελληνορωμαϊκών χρόνων, τροβαδούροι και βάρδοι). Στην Ελλάδα υπήρχαν, επίσης, οι παραμυθάδες των καραβιών. Το π. πάντως ανήκει τελικά στο παιδί και έχει σκοπό να το τέρψει και να το διδάξει. Είναι μια απλοϊκή ιστορία στην οποία ο ήρωας μεταπηδά από την ατμόσφαιρα της καθημερινής ζωής σε κάποιο μαγικό βασίλειο, το διασχίζει, παρά τους κινδύνους που συναντά, και ξαναγυρίζει νικητής. Κυριαρχεί η σχέση καθημερινής ζωής και θαύματος. Στο παιδί η πραγματικότητα και το θαύμα είναι αξεχώριστα. Μοιάζει με τον ποιητή, που έχει την ευχέρεια να κατεβάζει τα άστρα και το φεγγάρι στην ποδιά του. Η διαφορά τους είναι ότι ο μεν ποιητής, με τη λογική, έχει το αίσθημα του αδύνατου, ενώ το παιδί, αντίθετα, του δυνατού. Το παιδί δεν ακούει μόνο το π., αλλά το συμπληρώνει, προσθέτει εικόνες, ανάλογα με τον συναισθηματικό του κόσμο. Όπως πολύ σωστά λέει ο Σεντ-Μπεβ, «Καθένας κλείνει μέσα του έναν ποιητή που πεθαίνει νέος». Ψυχολογικά, το π. ασκεί επίδραση στην παιδική ψυχή. Είναι μια εκλεκτή ψυχική και πνευματική τροφή, γι’ αυτό πρέπει να διασφαλίζεται η ποιότητά της. Με την πλοκή και την τεχνική του, το π. υποβάλλει την ηθική κρίση. Δεν την επιβάλλει. Αβίαστα, πηγαία, δίχως κανενός είδους διδαχή, το μικρό παιδί αισθάνεται περισσότερο παρά αντιλαμβάνεται με το μυαλό, ότι υπάρχει ηθική δικαίωση και ηθική τάξη. Αισθάνεται τις αξίες που προβάλλει το π. και δέχεται τα αισιόδοξα μηνύματά του. Έτσι, σε ηλικία που δεν έχει αναπτυχθεί η νόησή του και οι αφηρημένες έννοιες είναι απροσπέλαστες, με το π., που χτυπά την πόρτα της φαντασίας, δημιουργείται μέσα στον ψυχικό του χώρο το κατάλληλο βάθρο, πάνω στο οποίο θα στηρίξει αργότερα την αντίληψή του για τη ζωή, τον άνθρωπο, την ηθική του συνείδηση, τα αξιολογικά του κριτήρια. Η εσωτερική ανάγκη για τα π. είναι ριζωμένη στην εξελικτική βαθμίδα της παιδικής ψυχής. Μένει τώρα στα χέρια εκείνου που θα αναλάβει να δίνει αυτή τη χαρά στο παιδί, να ξέρει να διαλέξει το π. και να το διηγηθεί ζωντανά. Δεν είναι πράγματα ακατόρθωτα αυτά, γιατί ποτέ δεν πεθαίνει μέσα στους ενήλικες η παιδικότητα. Π. με κακό περιεχόμενο, με θηρία και φαντάσματα, γεννούν δειλία, μίσος, αγανάκτηση, τρόμο και συναίσθημα εκδίκησης. Στον περίφημο Κοντορεβιθούλη, ο πατέρας του, επειδή έχει πολλά παιδιά και δεν μπορεί να τα θρέψει, τον πηγαίνει στο δάσος και τον εγκαταλείπει. Στη Σταχτοπούτα, η μητριά μισούσε την ηρωίδα και τη βασάνιζε διαρκώς. Το π. πρέπει να περιληφθεί στο πρόγραμμα των νηπιαγωγείων με περισσότερες και σοβαρότερες απαιτήσεις. Σκοπός δεν είναι μόνο η ψυχαγωγία, αλλά και να επηρεαστεί δημιουργικά ο πνευματικός και ηθικός κόσμος του παιδιού. Η πολεμική ορισμένων επιστημονικών κύκλων, οι οποίοι το θεώρησαν βλαβερό, αναζωογόνησε το ενδιαφέρον των ειδικών γύρω από το π. και της ψυχολογικής του επίδρασης. Γενικά, το π. πρέπει να είναι ιδιότυπο στη σύνθεσή του και στην οικονομία του. Βρίσκεται, βέβαια, εκτός τόπου και χρόνου, για να έχει δική του νομοτέλεια και δική του πραγματικότητα. Οι ήρωές του αποκτούν ικανότητες απεριόριστες. Και τα ζώα μιλούν και συμπεριφέρονται όπως οι άνθρωποι. Πάνω απ’ όλα όμως είναι ο ηθικός νόμος. Το νήπιο, πολύ πριν από την ηλικία του καθαυτό π., αρχίζει να συνειδητοποιεί τη γνώση για το καλό και το κακό, συνθέτοντας έτσι έναν υποτυπώδη ηθικό κώδικα. Το π. ευρύνει το πλάτος των βασικών ιδεών του Αγαθού και του Κακού, εμπλουτίζει τον κατάλογο των θετικών και αρνητικών ιδιοτήτων του ανθρώπου και συμπληρώνει τον πρώτο εκείνο ηθικό κώδικα του νηπίου. Στα π. με σχέση Προσπάθεια-Επιτυχία, η ανταμοιβή δεν έρχεται άνωθεν αλλά κατακτιέται από τον ήρωα. Πίσω από την πίστη αυτή για τον Άνθρωπο, βρίσκεται κάποια αισιόδοξη αντίληψη της ζωής, αντίθετη από τη μοιρολατρική σκέψη του ανατολίτικου παραμυθιού. Ο θρίαμβος της καλοσύνης και της αγάπης στη ζωή είναι βέβαια στοιχείο αισιοδοξίας. Η τιμωρία του κακού, που πρόδωσε την αγάπη, έρχεται ως φυσικό επακόλουθο. Και γενικά η οικονομία του π., με την τελική νίκη του ηθικού νόμου, τι άλλο είναι πέρα από διακήρυξη αισιοδοξίας; Πίσω από το π. προβάλλει και μια άλλη πλευρά, όχι λιγότερο σπουδαία, η λύτρωση. Απαλλάσσει το παιδί από τη συναίσθηση της αδυναμίας του. Μήπως το π. δεν γεννήθηκε από την ακοίμητη επιθυμία του ανθρώπου να επιβληθεί πάνω στα στοιχεία που τα είχε ταυτίσει με το πνεύμα του κακού; Σε αυτή τη βαθιά, πρωταρχική και παγκόσμια ουσία του π., οφείλεται το ψυχολογικό επίτευγμα της λύτρωσης. Στα σχολεία, τα π. πρέπει να διδάσκονται έπειτα από αυστηρή επιλογή. Ο Πεσταλότσι έλεγε: «Μακριά από διηγήσεις ανούσιες, φλύαρες, μωρές και ασυνάρτητες». Γύρω από τα προβλήματα της επιλογής και της προσφοράς παρουσιάζεται και στον δάσκαλο μια ευκαιρία δημιουργικής εργασίας. Βέβαια, δεν μπορούν να δοθούν συνταγές σε ζητήματα ψυχολογίας και παιδαγωγικής. Η πείρα και τα ίδια τα παιδιά θα βοηθήσουν τον δάσκαλο να βρει τον δρόμο του. Η καλή, εξάλλου, αφήγηση του π. είναι τέχνη που μπορούν vα αποκτήσουν όλοι και να την τελειοποιήσουν. Πρέπει πάντως να προτιμούνται π. με δράση. Αυτήν αγαπούν τα παιδιά. Δεν ενδιαφέρονται πολύ για περιγραφές της φύσης ή συναισθηματικές αναλύσεις. Τέλος, το π. πρέπει να μην κρατά πολλή ώρα και η υπόθεσή του να είναι ολοζώντανη. Το π. πλουτίζει το γλωσσικό αίσθημα των παιδιών. Τα βοηθά να δεθούν με τις ρίζες του τόπου τους, που στους Έλληνες πηγαίνουν βαθιά στους αιώνες. Η μυθολογία και η παράδοσή μας είναι μια αμείωτη πηγή παραμυθιών. Μια άποψη της Παραμυθιάς. Φυτεία καφέ κοντά στην πόλη Μαρινγκάς της Πολιτείας Παρανά της Βραζιλίας. Σκηνή από την κινηματογραφική μεταφορά του δημοφιλούς παιδικού παραμυθιού «Πινόκιο» με πρωταγωνιστή τον Ρομπέρτο Μπενίνι (φωτ. ΑΠΕ). Αυθεντική υδατογραφία του Γουόλτ Ντίσνεϊ το 1937 από την ταινία κινουμένων σχεδίων «Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι» (φωτ. ΑΠΕ). Εικονογράφηση για την περίφημη συλλογή του Περώ «Τα παραμύθια της Μαμάς Χήνας». (Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη, Ρώμη). Εικονογράφηση του Γίρι Τρνκά για ένα παραμύθι της συλλογής «Χίλιες και μιά νύχτες», η οποία έγινε γνωστή στην Ευρώπη κατά τις αρχές του 18ου αι. Εικονογράφηση κορεάτικου παραμυθιού, που διαδραματίζεται στη περιοχή του όρους Κουμγκάνγ της Β. Κορέας (φωτ. ΑΠΕ). Εικονογράφηση για το παραμύθι «Το παιδί που γεννήθηκε φίδι», της ινδικής συλλογής «Παντσατάντρα». (Εθνικό Ινδικό Μουσείο, Νέο Δελχί).
* * *
το / παραμύθιον, ΝΜΑ
νεοελλ.
1. διήγηση πλασμένη με ποιητική φαντασία, από τον κόσμο τού μαγικού και τού υπερφυσικού, χωρίς λογική εξάρτηση από τους όρους τής πραγματικής ζωής, την οποία το ακροατήριο δέχεται με ευχαρίστηση, χωρίς να τή θεωρεί πιστευτή («κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δώσ' του κλότσο να γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινήσει», δημ. τραγούδι)
2. συν. στον πληθ. τα παραμύθια
μτφ. φανταστικές επινοήσεις, ψευτιές (α. «άσε τα παραμύθια και πες μου την αλήθεια» β. «αυτά είναι παραμύθια τής Χαλιμάς!»)
3. συνεκδ. βιβλίο που περιέχει παραμύθια
αρχ.
1. προτρεπτικός λόγος, παρακίνηση, ενθάρρυνση
2. καταπράυνση, κατευνασμός
3. παρηγοριά, παραμυθία
4. φρ. «παραμύθια πλησμονής»
(στον Πλάτ.) καρποί που διεγείρουν την ήδη κορεσμένη όρεξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο νεοελλ. τ. παραμύθι με τη σημ. «φανταστική διήγηση» προέρχεται από αρχ. παραμύθ-ιον «παρηγοριά, παραίνεση» (< παραμυθοῦμαι) με την έννοια ότι μια φανταστική, πλαστή ιστορία χρησιμοποιείται ως παρηγοριά ή παραίνεση. Κατ' άλλους, το νεοελλ. παραμύθι έχει σχηματιστεί από την πρόθεση παρά (πρβλ. παρα-βολή, παρ-οιμία) + μύθος + επίθημα -ιον και είναι άσχετο με το αρχ. παραμύθιον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παραμύθι — το ιού, φανταστική διήγηση: Κι αν σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές, είναι γιατί τ ακούς γλυκότερα (Γ. Σεφέρης) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παραμυθεύω — [παραμύθι] παραμυθολογώ …   Dictionary of Greek

  • παραμυθιάζω — [παραμύθι] (με επιτιμητική σημ.) λέω ψέματα ή δίνω ψεύτικες ελπίδες …   Dictionary of Greek

  • νουβέλα — Αφηγηματικό είδος που καθορίζεται δύσκολα, εξαιτίας τόσο της ευρύτατης χρονικής και τοπικής έκτασης της διάδοσης του, όσο και της ποικιλίας των μορφών του. Συγγραφέας ν., με την παλιά έννοια του όρου, είναι εκείνος που αφηγείται ιστορίες με τον… …   Dictionary of Greek

  • Μπρεντάνο, Κλέμενς — (Klemens Brentano, Ερενμπραϊτσάιν αμ Ράιν 1778 – Ασάφενμπουργκ 1842). Γερμανός ποιητής, από τους πιο προικισμένους του γερμανικού ρομαντισμού. Ο Ιταλός πατέρας του τον προόριζε για το εμπόριο, αλλά ο Μ. γρήγορα ακολούθησε πολύ διαφορετικούς… …   Dictionary of Greek

  • Дельта, Пенелопа — Пенелопа Дельта греч. Πηνελόπη Δέλτα Пенелопа Дельта с двумя дочерьми, 1897 год …   Википедия

  • Роккос, Стелиос — Стелиос Роккос Основная информация Дата рожден …   Википедия

  • Άντερσεν, Χανς Κρίστιαν — (Hans Christian Andersen, Όντενσε 1805 – Κοπεγχάγη 1875). Δανός συγγραφέας. Γόνος φτωχής οικογένειας (o πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του πλύστρα), παιδί συνεσταλμένο και άσχημο, συνήθισε να ζει στη μοναξιά (όπως το Ασχημόπαπο,ένα από… …   Dictionary of Greek

  • Διαμαντόπουλος, Βασίλης — (Πειραιάς 1920 – Αθήνα 2000). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1942 στην Αγριόπαπια του Ίψεν με τον Κάρολο Κουν και μέχρι το… …   Dictionary of Greek

  • Ευγένα — Θεατρικό δραματικό έργο του 17ου αι. Ανήκει στην Κρητική σχολή. Γράφτηκε στη Ζάκυνθο από τον Θεόδωρο Μοντζελέζε και εκδόθηκε το 1646 στη Βενετία. Αποτελείται από 1.542 δεκαπεντασύλλαβους ζευγαρωτούς ομοιοκατάληκτους στίχους, των οποίων προηγείται …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”